Πέμπτη 9 Ιουνίου 2016

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΑΝΑΚΤΟΡΑ

 
Buckingham 

Τα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ (Buckingham) είναι η έδρα της Βρετανικής μοναρχίας. Βρίσκονται κοντά στο St. James Park στο Λονδίνο. Κατασκευάστηκαν το 1703 για λογαριασμό του John Sheffield, δούκα του Μπάκιγχαμ, και αγοράστηκαν το 1761 από τον βασιλιά της Αγγλίας Γεώργιο Γ΄. Επί Γεωργίου Δ΄ το κτίριο δέχθηκε αρκετές αλλαγές αφού προστέθηκαν νέες... πτέρυγες έτσι ώστε να διοργανώνει εκεί ο Βασιλιάς τις επίσημες δεξιώσεις του. Την επέκταση ανέλαβε ο John Nash ενώ λίγα χρόνια αργότερα, το 1847, προστέθηκε νέα πτέρυγα στην ανατολική πλευρά των ανακτόρων από τον Edward Blore.
 
Τα ανάκτορα διαθέτουν 600 δωμάτια, εκ των οποίων 19 είναι αίθουσες τελετών, 52 βασιλικά δωμάτια και δωμάτια προσκεκλημένων, 188 δωμάτια προσωπικού και 78 μπάνια. Η Βασίλισσα Ελισάβετ για τον εαυτό της έχει κρατήσει 12 δωμάτια και έτσι οι επισκέπτες έχουν την δυνατότητα να περιηγηθούν στο μεγαλύτερο μέρος των ανακτόρων. Τα δωμάτια και οι αίθουσες κοσμούνται με έργα τέχνης των Rembrandt, Rubens, Van Dyck κ.α. Τα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ άνοιξαν τις πύλες τους για το κοινό το 1993. 
 
 

Dolmabahce
 

Το ανάκτορο Dolmabahçe ήταν κατοικία των σουλτάνων και διοικητικό κέντρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από το 1856 μέχρι το 1922, με εξαίρεση την περίοδο 1889-1909 κατά την οποία χρησιμοποιήθηκε το Ανάκτορο Yıldız. Από το 1960 λειτουργεί ως μουσείο. Βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, επί της ευρωπαϊκής πλευράς του Βοσπόρου καλύπτοντας συνολικά έκταση περίπου 10.000 m2.  
 
 
Η πρόσοψη του παλατιού έχει μήκος 248 m. Μια μεγάλη αίθουσα αποτελεί τον πυρήνα του, με δύο πτέρυγες εκατέρωθεν όπου συναντώνται τα πολυτελή δωμάτια και τα βασιλικά διαμερίσματα. Οι χώροι διαμονής και εργασίας των ανδρών (σελαμλίκ) και το χαρέμι βρίσκονται στη νότια και βόρεια πλευρά αντίστοιχα. Το κτιριακό συγκρότημα περιλάμβανε ακόμα διαμερίσματα για το προσωπικό που διέμενε εντός του ανακτόρου, κουζίνα, ιμαρέτ για τη διατροφή του προσωπικού, νοσηλευτήριο, στάβλους, καθώς και θαλάμους για τους λογχοφόρους φύλακες της κατοικίας. Συνολικά υπάρχουν 285 δωμάτια καλύπτοντας έκταση 45.000 m2.
Το Dolmabahçe σχεδιάστηκε από τους αρχιτέκτονες Karabet και Nikogos Balyan. Τον εσωτερικό διάκοσμο του ανακτόρου ανέλαβε ο γάλλος διακοσμητής Cezanne, ενώ αρκετοί ευρωπαίοι καλλιτέχνες ανέλαβαν να φιλοτεχνήσουν έργα ζωγραφικής για να κοσμήσουν το παλάτι. 
 
 
 Versailles

 
 
Οι Βερσαλλίες (Versailles) είναι βασιλικό ανάκτορο λίγα χιλιόμετρα έξω από το Παρίσι, στην ομώνυμη πόλη των Βερσαλλιών. Από το 1682 ως το 1789 οι Βερσαλλίες ήταν πρωτεύουσα της Γαλλίας. Σήμερα αποτελεί ένα από τα Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Οι Βερσαλλίες ήταν μέχρι το 1660 ένα απλό μικρό παλάτι που χρησίμευε κυρίως ως καταφύγιο κυνηγιού, που ήταν η αγαπημένη ασχολία των βασιλιάδων εκείνης της εποχής. Μετά το 1660 ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΔ΄ αποφάσισε να προεκτείνει το παλάτι, και όχι να κατεδαφίσει το αρχικό κτίριο, με σκοπό οι Βερσαλλίες να γίνουν βασιλικό ανάκτορο και το πιο λαμπρό παλάτι της Ευρώπης.
 
Οι πρώτες εργασίες διαπλάτυνσης άρχισαν το 1661, ενώ μέχρι το 1685 είχε τελειώσει το μεγαλύτερο μέρος των εργασιών. Στα τέλη του 18ου αιώνα το ανάκτορο είχε την σημερινή του μορφή. Η συνολική πρόσοψη που κοιτάει στους κήπους έχει μήκος 570 m. Κατά την διάρκεια των εργασιών εργάζονταν ως και πάνω από 20.000 εργάτες στις Βερσαλλίες, κάτι πρωτάκουστο για την εποχή εκείνη. Αλλά και όταν τελείωσαν οι εξωτερικές εργασίες, πραγματοποιούνταν συνεχώς εσωτερικές αλλαγές, κυρίως στον 18ο αιώνα, όπως αλλαγές δωματίων, αλλαγές στην διακόσμηση, ανάλογα με την μόδα της εποχής.
Το ανάκτορο αποτελείται από τρία μέρη, το κυρίως μέρος όπου έμενε η βασιλική οικογένεια σε σχήμα U, και άλλες δύο πτέρυγες δεξιά και αριστερά του κυρίως κτιρίου όπου έμεναν οι ευγενείς, ο κλήρος και οι υπουργοί. Άλλα 3 παραπλήσια κτίρια χτίστηκαν για να στεγάσουν το προσωπικό, που αποτελούνταν από χιλιάδες υπηρέτες, τα μαγειρεία, τα εκατοντάδες άλογα μαζί με τις άμαξες τους και όλο τον υπόλοιπο απαραίτητο εξοπλισμό.
 
 
Το κέντρο των Βερσαλλιών είναι η ‘Αίθουσα των Καθρεφτών’, που έχει μήκος 70 m και είναι στολισμένη με πανάκριβα κρύσταλλα, κεριά και καθρέφτες, τους πιο ακριβούς της εποχής εκείνης. Επίσης στο ταβάνι και στους τοίχους δεσπόζουν οι τοιχογραφίες και άλλα διάφορα έργα τέχνης από τους καλύτερους ζωγράφους της Ευρώπης εκείνη την εποχή, με ανεκτίμητη αξία. Παράλληλα δίπλα στην ‘Αίθουσα των Καθρεφτών’ βρίσκονται τα βασιλικά διαμερίσματα, με μεγαλύτερο αυτό του βασιλιά, που περιλαμβάνει δεκάδες δωμάτια. Κυρίαρχο στοιχείο σε όλα αυτά τα δωμάτια είναι οι τοιχογραφίες και οι πίνακες ζωγραφικής, εμπνευσμένοι από την ελληνική μυθολογία. 
 
 
Έτσι τα δωμάτια αυτά φέρουν τα ονόματα όπως ‘Δωμάτιο του Ηρακλή’, ‘Σαλόνι της Αφροδίτης’ κ.α. Στο κέντρο της ‘Αίθουσας των Καθρεφτών’ βρίσκεται η είσοδος για το πολυτελέστατο υπνοδωμάτιο του βασιλιά, με απερίγραπτο πλούτο. Συμβολίζει το κέντρο της δύναμης του απόλυτου μονάρχη, το κέντρο της χώρας υπό τον Λουδοβίκο ΙΔ', που είναι ο θεμελιωτής των Βερσαλλιών. Το 1710 ήταν έτοιμη και η Βασιλική Εκκλησία, ενώ το 1770 και η Βασιλική Όπερα. Συνολικά στο παλάτι υπάρχουν 700 δωμάτια. Έχει 2 ορόφους, στον δεύτερο παρευρισκόταν ο βασιλιάς μαζί με την βασιλική οικογένεια ενώ στο ισόγειο οι ευγενείς της βασιλικής αυλής. Οι τοιχογραφίες σε όλη την εκκλησία έχουν ως κύριο θέμα το Άγιο Πνεύμα, τον Θεό και τον Χριστό.
 
 
Το ανάκτορο των Βερσαλλιών είναι γνωστό και για τους τεράστιους κήπους του μαζί με πολλά σιντριβάνια και αγάλματα. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους της Ευρώπης, με συνολική έκταση που φτάνει τα 800 εκτάρια. Στα σιντριβάνια και στα αγάλματα είναι αποτυπωμένη η ελληνική μυθολογία, όπως και στο εσωτερικό του ανακτόρου. Ο συνολικός κήπος των Βερσαλλιών απλώνεται σε 3 επίπεδα πίσω από το παλάτι, και είναι η συνέχιση της αρχιτεκτονικής του παλατιού. Τα μεγάλα ποτάμια της Γαλλίας αντιπροσωπεύονται σαν αγάλματα. Μπροστά από το ‘Μεγάλο Κανάλι’ (ένα τεράστιο κανάλι σε σχήμα σταυρού -24 εκτάρια-) βρίσκεται το σιντριβάνι του Απόλλωνα, το πιο μεγαλοπρεπές από όλα τα σιντριβάνια των Βερσαλλιών. 
 
 
Topkapi
 

Το Topkapı είναι ανάκτορο που βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη. Χτισμένο σε λόφο που “επιβλέπει” το Βόσπορο. Ήταν ακρόπολη του αρχαίου Βυζαντίου, αποτελούσε επίσημη κατοικία των σουλτάνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τα μέσα του 15ου αιώνα μέχρι την κατασκευή του παλατιού Dolmabahçe. Αρχικά γνωστό ως ‘Νέο Παλάτι’ (Yeni Sarayı), έλαβε τη σημερινή ονομασία του μέσα στον 19ο αιώνα και ανήκει πλέον στα Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Η κατασκευή του χρονολογείται λίγα χρόνια μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τον Mehmet Β'. Τα τείχη που περιβάλουν το παλάτι ανεγέρθηκαν περίπου το 1460 και η κατασκευή τους ολοκληρώθηκε το 1478. Στη διάρκεια του χρόνου, υπέστη σημαντικές τροποποιήσεις, επεκτάσεις, αλλά και φυσικές φθορές, συνδυάζοντας την αρχιτεκτονική διαφόρων αιώνων καθώς νέα κτίσματα προσθέτονταν από τους σουλτάνους.
 
 
 
Το άλλοτε κυβερνητικό κέντρο, λειτουργεί από τις 3 Απριλίου του 1924 ως μουσείο και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της πόλης. Εκτός από τα ιστορικά κτίσματα, στις συλλογές του περιλαμβάνονται έργα κεραμικής, ισλαμικής καλλιγραφίας, χειρόγραφα, υφάσματα, τεχνουργήματα, θησαυροί των σουλτάνων, καθώς και ισλαμικά κειμήλια μεγάλης αξίας. Τα κύρια τμήματα του παλατιού είναι η αυτοκρατορική πύλη, τα τέσσερα προαύλια και το χαρέμι. 
 
 
 
Schonbrunn

 

Τα Ανάκτορα Σενμπρούν (Schönbrunn) είναι ένα από τα πιο σημαντικά και ιστορικά ανάκτορα της Ευρώπης. Αποτελούσαν τα θερινά ανάκτορα των Αψβούργων (βασιλικές δυναστείες στην Ευρώπη) από το 18ο αιώνα έως το 1918, στην Βιέννη. Σήμερα αποτελούν σπουδαίο τουριστικό πόλο έλξης με 6,7 εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως. Τόσο το κτιριακό συγκρότημα όσο και οι κήποι, επεξηγούν τις αλλοτινές δόξες της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας.
  Αρχικά το Σενμπρούν ήταν ένας μικρός πύργος που χρησίμευε ως βασιλικό κυνηγητικό περίπτερο του Αυτοκράτορα Ματθία. Η μετασκευή του σε ανάκτορο άρχισε από τον Αυτοκράτορα Λεοπόλδο τον Α' που έδωσε την εντολή στον αρχιτέκτονα Johann Bernhard Fischer von Erlach να σχεδιάσει ένα νέο παλάτι. Το πρώτο πρόχειρο σχέδιο του ήταν πολύ ουτοπιστικό με πρότυπο τις Βερσαλλίες. Το δεύτερο σχέδιο που παρουσίασε ήταν μικρότερο. Η κατασκευή άρχισε το 1696 πλην όμως διακόπηκε με τον θάνατο του Αυτοκράτορα Ιωσήφ του Α' το 1711. Τελικά το ημιτελές Σενμπρούν έγινε δώρο του Αυτοκράτορα Καρόλου ΣΤ΄ στη κόρη του Μαρία Θηρεσία, η οποία και έδωσε εντολή της συνέχισης των εργασιών, στον αρχιτέκτονα Nicolo Pacassi, σε στιλ ‘ροκοκό’ ο οποίος και το ολοκλήρωσε το 1744, οπότε και το χρησιμοποιούσε για θερινή κατοικία.
Αποτέλεσε έδρα του στραταρχείου του Ναπολέοντα Α' το 1809, όταν υπεγράφη η συνθήκη ειρήνης με τους Γάλλους. Μετά τον 19ο αιώνα θεωρήθηκε ‘συνολικό έργο τέχνης’ χάρη στην αρχιτεκτονική, γλυπτική και εσωτερική τοιχογραφία.
Το ανάκτορο Σενμπρούν αριθμεί συνολικά 1.441 δωμάτια, εκτός των 139 μαγειρείων. Ένα μέρος του χώρου εξυπηρετούσε την μόνιμη αυτοκρατορική φρουρά, τους ανώτατους διπλωμάτες, καθώς και πολιτικούς και στρατιωτικούς που διέμεναν σ΄ αυτό. Τα αυτοκρατορικά όμως ενδιαιτήματα ήταν τα πλέον περίκομψα επιπλωμένα, η δε μεγάλη εσωτερική στοά επί της πλευράς της πρόσοψης είναι εξ ολοκλήρου τοιχογραφημένη. Οι λεγόμενες ‘Σινικές Αίθουσες’, η ‘Αίθουσα του Θρόνου’ και η ‘Αίθουσα των Υποδοχών’ κοσμούνται με πίνακες του Meytens.
 
Ο κήπος χωρίζεται σε 4 τεταρτημόρια με κέντρο το ανάκτορο. Προ του ανακτόρου αναπτύσσονται κατά ζυγία, προς τον λόφο Gloriette, περίφημοι ανθώνες, εκατέρωθεν των οποίων έχουν ανεγερθεί 32 μαρμάρινα αγάλματα. Ακριβώς επί του λόφου Gloriette έχει κατασκευαστεί η περίφημη ‘Δεξαμενή του Ποσειδώνα’. Ο δε χώρος πίσω από τον λόφο Gloriette συνεχίζει με τον περίφημο ‘Κήπο των Φασιανών’, όπου και υψώνεται αρχαίος ρωμαϊκός οβελίσκος, και η ωραία κρήνη ‘Σένερ Μπρούνεν’ (Schöner Brunnen), από την οποία και έλαβε το όνομα το ανάκτορο, και συνεχίζει με τον ζωολογικό κήπο και το τεράστιο αυτοκρατορικό θερμοκήπιο.
Το 1996 το ανάκτορο Σενμπρούν, ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. 
 
 
 Peterhof
 
  Το Peterhof είναι το βασιλικό ανάκτορο, που οικοδομήθηκε από τον τσάρο της Ρωσίας Μέγα Πέτρο, ως θερινή κατοικία του, στο προάστιο Peterhof, 30 χλμ δυτικά της Αγίας Πετρούπολης. Επονομάστηκε ‘Ρωσικές Βερσαλλίες’ και αποτελεί το ευρωπαϊκό όραμα του Μεγάλου Πέτρου. 
Το 1702 ο Μέγας Πέτρος ίδρυσε την Αγία Πετρούπολη και το 1712  μετέφερε εκεί την πρωτεύουσά του. Μετά την ίδρυση της νέας πρωτεύουσας της Αγίας Πετρούπολης, ο Μέγας Πέτρος αποφάσισε να οικοδομήσει ένα μεγαλοπρεπές ανάκτορο στα περίχωρα της νέας πόλης, εφάμιλλο των ηγεμόνων της δυτικής Ευρώπης και κατά το πρότυπο του ανακτόρου των Βερσαλλιών, που ο ίδιος είχε επισκεφθεί σ' ένα ταξίδι του στη Γαλλία το 1717.
Ο φημισμένος Γάλλος καλλιτεχνικός κηπουρός Jean-Baptiste Le Blond, (συνεργάτης του André Le Notre στη σχεδίαση των κήπων των Βερσαλλιών), κλήθηκε στη Ρωσία για να σχεδιάσει τους κήπους του Peterhof στο πρότυπο των Βερσαλλιών. 
 
Κλήθηκαν ακόμη να έρθουν στην Αγία Πετρούπολη ο Γερμανός αρχιτέκτονας Johann Friedrich Braunstein και ο Ιταλός συνάδελφός του Nicolo Michetti, οι οποίοι σχεδίασαν το ‘Μεγάλο Ανάκτορο’ του Peterhof σε πρώιμο ‘μπαρόκ’ ρυθμό, κατά τις αρχιτεκτονικές τάσεις της εποχής. Το κτιριακό συγκρότημα του ανακτόρου διαχωρίζει μεταξύ τους τον ‘Άνω Κήπο’ από το ‘Κάτω Πάρκο’ του ανακτόρου.  Το ανάκτορο έχει θέα προς το ‘Μεγάλο Καταρράκτη’ που προσδίδει στο Peterhof μοναδικό χαρακτήρα. Κοσμείται με 64 κρήνες, 142 σιντριβάνια και 37 επιχρυσωμένα αγάλματα που συμβολίζουν θαλασσινές θεότητες και ρωσικά ποτάμια, με αναβαθμίδες που κατεβαίνουν από το ‘Μεγάλο Ανάκτορο’ μέχρι το ‘Ναυτικό Κανάλι’, που το χρησιμοποιούσαν οι τσάροι για να μεταφέρονται από το ανάκτορο στον ‘Κόλπο της Φινλανδίας’ και πιο πέρα στην ανοιχτή θάλασσα. 
 
 
Το Peterhof, όπως υπάρχει σήμερα, είναι έργο του Ιταλού αρχιτέκτονα Bartolomeo Rastrelli, ο οποίος από το 1745 ως το 1755, κατά τη διάρκεια της βασιλείας της κόρης του Μεγάλου Πέτρου, της τσαρίνας Ελισάβετ Α', πρόσθεσε στο ανάκτορο δεύτερο όροφο και δυο πτέρυγες με περίπτερα στις άκρες του. Στο πλαίσιο της πολιτικής του εξευρωπαϊσμού της Ρωσίας, ο Μέγας Πέτρος προσκάλεσε στην Αγία Πετρούπολη τους πιο διάσημους καλλιτέχνες της εποχής του από τη δυτική Ευρώπη. Οι εργασίες ανοικοδόμησης του ανακτόρου άρχισαν το 1714, υπό την καθοδήγηση του Μεγάλου Πέτρου. Το Peterhof εγκαινιάστηκε επισήμως το 1723. 
Ένα από τα ομορφότερα δωμάτια στο Peterhof είναι η ‘Αίθουσα των Προσωπογραφιών’, η οποία, κατά παραγγελία της Μεγάλης Αικατερίνης, διακοσμήθηκε με 368 πίνακες του Ιταλού ζωγράφου από τη Βερόνα Pietro Rotari. Το Δρύινο Γραφείο του Μεγάλου Πέτρου, όπου υπάρχουν προσωπικά του αντικείμενα, διατηρείται και σήμερα όπως σχεδιάστηκε αρχικά από τον Le Blond (1718 - 1720) και με τα δρύινα γλυπτά του Nicolas Pineau. Άλλες αίθουσες, που χρησιμοποιούνταν από τις τσαρίνες, όπως η ‘Αίθουσα της Πέρδικας’, διακοσμούνται με υπέροχους τάπητες.
 
ΠΗΓΗ : noexcus.blogspot.gr
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου